Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

Ο ήχος του αναπόφευκτου


                           Ο ήχος του αναπόφευκτου 

Πάρε με.
Πάρε το εγώ μου και κάν’ το εσύ.
Πάρε το φιλί μου και κάν’ το άνοιξη, 
κάν’ το χειμώνα, μια  ανεμώνα  κάν’ το.

Άσε να πω ξανά σ’ αγαπώ,  μην φύγει ο χρόνος και χαθείς.
άσε να πω πάλι  φοβάμαι,   μην φύγει τ’ όνειρο νωρίς.
                                                                      
Πάρε με.
Πάρε την ανάσα μου και κάν’ την χρώμα να σου μοιάζει,
όπως ταιριάζει στο γαλάζιο η αλμύρα,  όπως η μοίρα ανταμώνει την ευχή,
κάνε τ’ όνειρό μου προσευχή κι εγώ,  θα στείλω άγγελο να σε φυλάει αλλά μου είπε,
«οι άγγελοι,  αγγέλους δεν φυλάνε»

Όμως,  το άχ που περισσεύει,  πάρ’ το απ’ την καρδιά μου και κάν’ το δυόσμο,
κάν’ το γιασεμί,  δώσ’ το στον κόσμο να ‘χει χρώμα η μοναξιά και γι’ αλλαξιά,
να ‘χει την άνοιξη.

Άκου σιωπή,  όλα σιγήσαν για ν’ ακούσεις τις σκέψεις μου αλλά εσύ,
δεν το χρειάζεσαι. Άκουγες,  και τη σιωπή  μου ακόμη μέσα απ’ το δάκρυ μου
γιατί πάντοτε έλεγες πως,  «απόηχος σιωπής, είναι το δάκρυ»

-         Πάρε με,  γιατί όταν είμαι μαζί σου, δεν θέλω ν’ αλλάξω, αλλά να γίνω καλύτερος.
-         Γιατί μαζί σου,  δεν θέλω ν’ ανακαλύψω τον κόσμο, γιατί εσύ είσαι ο κόσμος μου.
-         Γιατί εσύ μου έμαθες, πως δεν έχει σημασία το πώς θα πεθάνω, αλλά το πώς θα ζήσω.
-         Γιατί μαζί σου, δεν με πειράζει που δεν είμαι αητός, μου φτάνει που είμαι ένα μικρό σπουργίτι γιατί εσύ,  μου έμαθες ν’ απλώνω τα φτερά μου, να πετάω ψηλά,
      και να μοιράζομαι μαζί του,  τον ίδιο ουρανό.
-         Γιατί εσύ μου είπες αγαπημένη, πως όταν φοβάμαι,  μπορεί να σημαίνει αδυναμία,
       όταν όμως το λέω, σημαίνει δύναμη.

                             Γι’ αυτό σου λέω και πάλι,  πως και τώρα φοβάμαι.
                             Φοβάμαι μην σε πληγώσω ποτέ,  γιατί έλεγες ακόμη πως:
                                     
                                      Υπάρχουν δύο είδη πληγωμένων
                                       κι υπάρχουνε γι’ αυτό άγραφοι νόμοι,
                                       αυτοί,  που έχουν ήδη πληγωθεί
                                       κι αυτοί,  που δεν πληγώθηκαν ακόμη.
                                     
                                       Γι’ αυτό πάρε με,  πάρε με κοντά σου.






          Eσύ ο εχθρός σου

Δεν πιστεύεις έ,

κι όμως το δάκρυ σου το μαρτυρεί

πως έκανες ευχή.

Πως προσευχήθηκες κρυφά, βουβά

σε μια γωνιά,

να πάψει η παγωνιά μες την καρδιά σου

να ‘ρθει το καλοκαίρι

αυτός το ξέρει

μα το ‘ξερες κι εσύ.

Το ‘ξερε το δάκρυ σου

το ‘ξερε η σιωπή

τώρα το έμαθε ακόμα  κι ο εχθρός σου.

Ο εγωισμός σου.








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου